- κακομουσία
- η (Α κακομουσία) [κακόμουσος]κακή μουσική, έλλειψη καλής μουσικής.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
κακομουσία — κακομουσίᾱ , κακομουσία corruption of music fem nom/voc/acc dual κακομουσίᾱ , κακομουσία corruption of music fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κακομουσίας — κακομουσίᾱς , κακομουσία corruption of music fem acc pl κακομουσίᾱς , κακομουσία corruption of music fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κακομουσίαν — κακομουσίᾱν , κακομουσία corruption of music fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)